ΑΠΟ ΤΟΝ ΝΙΚΟ ΖΕΡΒΑ
Νίκος Ζέρβας
zervas@streetmagazine.gr
Πριν περίπου 12 χρόνια, ο Κυνόδοντας έπεσε στα πόδια του φιλοθεάμονος κοινού της χώρας μας, σαν τη Mentos μέσα στη Coca Cola. Η χημική σύσταση της Coca Cola δεν μπορούσε να φιλοξενήσει ένα προϊόν με τη χημική σύσταση της Mentos και ουσιαστικά… το ξέρασε.

Εντάξει δεν εννοώ ότι κανείς δεν εκτίμησε τον Κυνόδοντα στην Ελλάδα, αλίμονο. Όμως η μεγάλη μάζα των μέσων θεατών της χώρας δεν την αποδέχθηκε. Και ένα μεγάλο μέρος, αυτού του μεγάλου μέρους, την χλευασε και την πολέμησε. Γιατί έτσι όμως; Γιατί τόσο μίσος σε αυτή τη ταινία; Γιατί… ενώ δεν ήταν αποδεκτή από τη μάζα, έκανε το λάθος να πετύχει. Να φτάσει στις Κάννες και μετά στα Oscars. 

 

Αυτό ήταν το εξοργιστικό για τη μάζα. 

” Μα αφού η ταινία δε μου αρέσει ΕΜΕΝΑ, γιατί τη βραβεύουν”;; 

(Μάλλον όχι, διορθώνω τη σκέψη της μάζας). 

“Μα αφού η ταινία είναι ΧΑΛΙΑ, γιατί τη βραβεύουν”;; 

Και αυτή η μάζα οδηγείται στο εξής συμπέρασμα… 

“Εεελα μωρέ με τους ψευτοκουλτουριάρηδες! Προσπαθούν να μας πλασάρουν τις τρέλες τους για τέχνη”! 

 

Εντάξει μεταξύ μας, κάπου τους καταλαβαίνω κιόλας όλους αυτούς. Είναι ακραία περίπτωση ταινίας ο Κυνόδοντας. Και έτυχε αυτή η ταινία να είναι η μεγαλύτερη global επιτυχία του ελληνικού κινηματογράφου εδώ και πολλές δεκαετίες. Μια ταινία που είναι πλασμένη για τα μάτια μιας πολύ συγκεκριμένης κατηγορίας κοινού και μάλιστα είναι πολύ ιδιαίτερη ακόμα και γι αυτό το κοινό. Αυτή η ταινία κέρδισε αναγνώριση που δεν μπορεί να ονειρευτεί καν Έλληνας δημιουργός. Οπότε εκτέθηκε σε μάτια που δεν ήταν ποτέ προορισμένη να φτάσει. 

 

Τι είναι αυτό όμως που κάνει αυτή τη ταινία τόσο ιδιαίτερη; 

 

Ας κάνουμε μια υπόθεση. Αν δεν γνώριζες ότι υπάρχουν πράσινα μήλα… αν δε το είχες ακούσει ποτέ σου… πως θα αντιδρούσες αν στο καλάθι της κουζίνας σου, ανάμεσα στα κόκκινα μήλα σου, έβλεπες ένα πράσινο; Θα το περνούσες για μουχλιασμένο και θα το πέταγες στα σκουπίδια, έτσι δεν είναι; Ναι αυτό είναι ένα παράδειγμα για πολλά πράγματα στη ζωή, αλλά ας μείνουμε στο Κυνόδοντα. 

 

Το ζήτημα λοιπόν είναι… δομικό. Έχει να κάνει με το είδος τέχνης που προσπαθεί να υπηρετήσει αυτό το έργο. Γιατί όταν δεν έχεις καν στον ορίζοντά σου, ότι μια κινηματογραφική ταινία μπορεί να προσφέρει μια τέτοια εμπειρία, δε θες να μπεις και στη διαδικασία να την αντιληφθείς. 

 

Ο Κυνόδοντας είναι μια πολύ δύσκολη ταινία. Αφόρητη. Αργή. Βασανιστική. Και ακραία άβολη. Μια ταινία που πολύ δύσκολα θα κάτσεις να δεις δεύτερη φορά. 

 

Μια φορά την έχω δει και εγώ που λέτε. Και πέρασα πολύ δύσκολα εκείνη την μιάμιση ώρα. 

 

Την είδα αρκετά χρόνια μετά τη χρονιά της πρώτης προβολής της και την είδα έχοντας το μυαλό μου τόσο ανοικτό, όσο με οδηγούσε να έχω η κοινή λογική, ότι μια ταινία με τόσο τρανή αναγνώριση από τόσο μεγάλους καλλιτέχνες, όλο και κάτι σημαντικό θα έχει να πει. 

 

Όσοι γνωρίζετε το description της ταινίας, μπορείτε να μαντέψετε πάνω κάτω σε ποιους συμβολισμούς μας οδηγεί ο δημιουργός. Και δε θα πέσετε και έξω. Δεν είναι κάποια έκπληξη. 

 

Μια οικογένεια κρατάει τα 3 της παιδιά απομονωμένα από τον έξω κόσμο, τα μεγαλώνει με ψέματα για το τι επικρατεί στη πραγματική ζωή και αλλάζει τα νοήματα των λέξεων, δημιουργώντας ένα πλαίσιο ψεύτικης, αποστειρωμένης πραγματικότητας. 

 

Ναι η ταινία μιλάει για τη καταπίεση. Μιλάει για το ζυγό της οικογενειοκρατίας, της πατριαρχίας, της ίδιας της κοινωνίας. Και μπλα μπλα μπλα μπλα… Μπορούμε να πούμε πολλά εδώ. 

 

Στη τέχνη όμως το μήνυμα δεν καταφέρνει ποτέ τίποτε από μόνο του. Η επιτυχία ή η αποτυχία ενός έργου εξαρτάται από το αν σε κάνει να τα νιώσεις όλα αυτά. Η τέχνη πουλάει συναίσθημα. Όχι λογική. Και από αυτό κρίνεται. 

 

Και μπορούμε να νιώσουμε όλοι το ίδιο; Όχι. Γι’αυτό και η τέχνη δεν είναι μαθηματικά. Γι αυτό δεν υφίσταται όρος “καλή” ή “κακή” ταινία. 

 

Οπότε στην ερώτηση του τίτλου του κειμένου… Στην πραγματικότητα, εγώ απλά τη δική μου εμπειρία μπορώ να παραθέσω. Και ο καθένας από εμάς, αυτό μόνο μπορεί να κάνει. 

 

Μετά από το πρώτο τέταρτο του Κυνόδοντα λοιπόν και τα πρώτα 2-3 “χτυπήματα” του Γιώργου Λάνθιμου στο θεατή, είχα νιώσει αυτό που η ταινία ήθελε να περάσει. Θεωρητικά δηλαδή είχε πετύχει ήδη το σκοπό της. Όμως δε σταμάτησε εκεί…. 

 

Κι άλλο χτύπημα… κι άλλο… κι άλλο… κι άλλο… Ένιωθα σαν χταπόδι στο βράχο. Άβολη σκηνή… αβολη σκηνή… αβολη σκηνή. 

Και κάπου στα μέσα της ταινίας ήθελα να φωνάξω “Εντάξει ρε Γιώργο, το έπιασα μη βαράς άλλο”! 

 

Το βασανιστήριο συνεχίστηκε non stop μέχρι το φινάλε. Εκεί που λαβωμένος αναζητούσα τη λύτρωση. Δεν θα αναφερθώ καθόλου για το συναίσθημά μου για το τέλος της ταινίας, με την ελπίδα να υπάρχει έστω και ένας που δεν είχε σκοπό να δει αυτή τη ταινία και θα ψηθεί να το κάνει. 

 

Αυτό που πρέπει να μοιραστώ όμως είναι αυτό που συνειδητοποίησα λίγο πριν τη τελευταία σκηνή. Αυτά τα επαναλαμβανόμενα χτυπήματα, αυτή η άβολη, η αβάσταχτη εμπειρία που ζούσα για 90 λεπτά σχεδόν, με είχε φέρει ακριβώς στη θέση των παιδιών αυτής της οικογένειας. Και αυτή η ανάγκη για λύτρωση με είχε φέρει ακριβώς σε θέση για να νιώσω το βάρος όσων διακυβεύονταν στο φινάλε. 

 

Η τελευταία σκηνή, σε οποιαδήποτε άλλη ταινία θα μπορούσε να με εκνευρίσει. Να μου φανεί δήθεν. Ο λόγος όμως που μου λειτούργησε, ήταν ακριβώς ότι βγήκα μετά από 1,5 ώρα ξύλο και ήξερα ότι εδώ δε θα μου χαριστει τίποτα, όπως δε σου χαρίζεται και στη ζωή. 

 

Πέρασα πολύ άσχημα βλέποντας τον Κυνόδοντα. Πέρασα τόσο άσχημα που κουβαλούσα για πολλές ημέρες πάνω μου την εμπειρία που πέρασα. Και ακόμα με πιάνει ρίγος στη σκέψη της. Και δε νομίζω ότι πρόκειται να τη δω πότε ξανά.  

Κάθε φορά που βλέπω ή ακούω για ανθρώπους που καταπιέζονται, είμαι πεπεισμένος ότι το συναίσθημα που νιώθω, σε ένα βαθμό είναι επηρρεασμένο από αυτή την εμπειρία. Ναι η τέχνη μπορεί να έχει αυτή τη χρησιμότητα. Να σου δίνει πράγματα βασανίζοντάς σε. 

 

Αυτό ισχύει για όλους; Όποιος βλέπει τον Κυνόδοντα θα πρέπει να τα αισθανθεί όλα αυτά; 

 

Φυσικά και όχι. Αλλά αξίζει να έχει το κουράγιο και το ανοικτό μυαλό να έρθει σε επαφή με αυτή την εμπειρία. 

Einai kali tainia o kynodontas cover
cookies

This website uses cookies not only for your best possible experience, but also because we love them...