Stay in Touch
In case you want to send or ask something
info@streetmagazine.gr
ΚΕΦΑΛΑΙΟ EDMUND KEMPER III. Σίγουρα, όλο και κάπου θα έχει πέσει το μάτι σας πάνω σε αυτό το όνομα. Για εσάς τους φίλους του netflix, υπάρχει ο χαρακτήρας του στην σειρά « Mindhunter», ρόλο που ερμηνεύει με περίσσιο ταλέντο ο Cameron Britton. Για εσάς, όμως, που δεν έχετε δει την σειρά (δείτε την όμως), θα προσπαθήσω μέσω αυτού του κειμένου να σας διηγηθώ την ιστορία του συγκεκριμένου serial killer της δεκαετίας του ‘70, γνωστού και ως « Co- Ed Killer».
Ο Ed πριν γίνει κατα συρροήν δολοφόνος
Γεννημένος στις 18 Δεκεμβρίου του 1948, ο Edmund ήταν το μεσαίο παιδί μιας πενταμελούς οικογένειας που ζουσε σε μία πόλη της Καλιφόρνια, το Burbank. Οι γονείς τους δεν είχαν την καλύτερη σχέση. Μάλλον, την χειρότερη. Ειδικά, εάν λάβουμε υπόψιν, ότι ο πατέρας του, πρώην βετεράνος του δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμο, είχε πει για την σχέση του με την γυναίκα του: «Οι αποστολές αυτοκτονίας κατά την διάρκεια του πολέμου και οι δοκιμές ατομικών βομβών δεν ήταν τίποτα σε σύγκριση με το να ζεις με την γυναίκα μου». Η μητέρα του Edmund έφερε για όπλο το στόμα της, με το οποίο υποτιμούσε συνέχεια τον πατέρα του για διάφορα θέματα. Δεν ένιωθε ποτέ ευχαριστημένη με τίποτα και εξέφραζε συνέχεια την δυσαρέσκειά της με όλα. Η λεκτική βία δεν σταμάτησε στον πατέρα του Edmund. Όταν γεννήθηκε ο γιός της αποφάσισε να συνεχίσει αυτό το μοτίβο συμπεριφοράς και σε εκείνον. Ήταν απόμακρη και μάλιστα δεν τον αγκάλιαζε υπό το πρόσχημα ότι κάτι τέτοιο θα τον έκανε ομοφυλόφιλο, πράγμα που προφανώς για εκείνη ήταν προσβολή.
Ο Edmund δεν άργησε να δείχνει ανησυχητικά σημάδια που προοικομούσαν το μέλλον. Έπαιζε με τις κούκλες των αδελφών του πάνω στις οποίες προσπαθούσε να πραγματοποιήσει τις σεξουαλικές και σκοτεινές του επιθυμίες. Όταν έπαιζαν τα τρία αδέρφια μαζί, συνήθιζαν να παίζουν ένα παιχνίδι που αποκαλούσε «θάλαμος αερίων», που έδενε τις αδερφές του σε καρέκλες και περίμενε με αγωνία να πεθάνουν. Ένα ακόμα περίεργο παιχνίδι, ήταν να τυλίγει τις αδερφές του σε ένα τεράστιο χαλί από το οποίο έπρεπε να αποδράσουν, γεγονός που του προκαλούσε ευχαρίστηση. Λίγο αργότερα, όταν ο Edmund ήταν ακόμα στις πρώτες τάξεις του δημοτικού, άρχισε να ακολουθεί την δασκάλα του μετά το σχολείο. Μάλιστα φέρεται να είχε πάντα μαζί του ένα μαχαίρι το οποίο είχε ο πατέρας του από τον πόλεμο. Να πούμε σε αυτό το σημείο, ότι ο Ed ήταν αρκετά πολυλογάς και το IQ του βαθμολογούνταν σε 145, οπότε έχουμε από τις μαρτυρίες του ένα μεγάλο όγκο πληροφοριών.
Όταν ο Edmund ήταν μόλις 9 ετών, ο πατέρας του μη μπορώντας να ανεχτεί την τυραννία της γυναίκας του αποφασίζει να φύγει από το σπίτι. Αυτή ίσως ήταν η στιγμή μηδέν, που άλλαξαν όλα για τον Edmund. Ίσως, εάν είχε φύγει μαζί με τον πατέρα του να μην ξέραμε καν ποιος είναι. Ίσως, βέβαια να ήταν και πάλι πολύ αργά. Εκείνη την περίοδο περιγράφει να πηγαίνει σε ένα show μαγείας, όπου ο μάγος ζητούσε έναν εθελοντή από το κοινό και τοποθετούσε το κεφάλι του στην γκιλοτίνα. Το αίσθημα που του προκαλούσε το ενδεχόμενο του αποκεφαλισμού αποτελεί σημάδι για όσα θα γίνουν στο μέλλον. Η ζωή του μετά από την φυγή του πατέρα του, γίνεται ακόμα πιο δύσκολη, καθώς η μητέρα του ξεσπάει όλο το μίσος της πάνω του. Το ότι είναι το μόνο αγόρι από τα τρία παιδιά της, παίζει σημαντικό ρόλο στην απόφασή της ως προς το που θα ρίξει τα βέλη. Πίνει συνέχεια και του επιτίθεται σε λεκτικό και ψυχολογικό επίπεδο. Από την άλλη πλευρά, σύμφωνα με την μητέρα του, τον φοβόταν λόγω της μεγάλη του διάπλασης από την ηλικία των 15 ετών, που ξεπερνούσε τα δύο μέτρα. Η αλήθεια είναι, ότι ο Ed είχε πειραματιστεί αρκετά με το κατοικίδιο της οικογένειας. Λίγα χρόνια νωρίτερα, είχε θάψει ζωντανή την γάτα τους, ενώ λίγο αργότερα σκότωσε μία άλλη γάτα με μαχαίρι, την οποία στην συνέχεια έθαψε στην αυλή.
Του απαγόρευσε να κοιμάται στο υπνοδωμάτιό του, γιατί φοβόταν μήπως κάνει κακό στις αδερφές του. Κάθε βράδυ κοιμόταν, λοιπόν, κλειδωμένος στο σκοτεινό υπόγειο. «Δεν θα γίνεις ποτέ κάτι στην ζωή σου», «Καμία ποτέ δεν θα σε αγαπήσει», ήταν μερικά από τα λόγια που άκουγε καθημερινά από την μητέρα του. Στην ηλικία των δεκατεσσάρων, το ποτήρι ξεχειλίζει. Φεύγει από το σπίτι και μετακομίζει με τον πατέρα του. Δεν βρήκε, όμως, το καταφύγιο που αποζητούσε δίπλα στον πατέρα του. Εκείνος είχε κάνει μία νέα οικογένεια. Η νέα σύζυγος του πατέρα του δεν τον ήθελε στο σπίτι της. Ως αποτέλεσμα, ο πατέρας του τον διώχνει και τον στέλνει να μείνει με τους γονείς του.
Ένα όπλο για τα ζώα, ένα όπλο για τους παππούδες
Σύμφωνα με τον Ed, η γιαγιά του είχε την ίδια συμπεριφορά με την μητέρα του. Ζουν σε μία φάρμα τώρα αυτός, η γιαγιά του και ο παππούς του. Μάλλον, σε μία προσπάθεια να τον κάνει να εγκλιματιστεί, ο παππούς του του δίνει ένα όπλο, ώστε να κυνηγάει κουνέλια. Η γιαγιά του παρατήρησε ένα χείμαρρο συναισθημάτων, τον οποίο προσπαθούσε να αποβάλει ο εγγονός της σκοτώνοντας ζώα με το όπλο. Ήθελε να τον απομακρύνει από αυτό, αλλά ο άντρας της επέμενε πως του έκανε καλό να ασχολείται με κάτι. Τον Αύγουστο του 1964, ο Ed και η γιαγιά του αρχίζουν να τσακώνονται. Εκείνος παίρνει το όπλο μπαίνει στην κουζίνα, όπου εκείνη κάθεται και την πυροβολεί στο πίσω μέρος του κεφαλιού τρεις φορές. Ο παππούς του λείπει εκείνη την στιγμή από το σπίτι. Όταν φτάνει, παρκάρει το αυτοκίνητο και κατευθύνεται στην πόρτα του σπιτιού. Τότε βγαίνει έξω ο Ed και τον πυροβολεί στο κεφάλι. Σύμφωνα με τα λόγια του τελευταίου, δικαιολόγησε αυτή την πράξη, καθώς δεν ήθελε να δει ο παππούς του την γυναίκα του νεκρή και να πεθάνει από καρδιακή προσβολή.
Μετά από λίγη ώρα, καλεί την μητέρα του να την ρωτήσει τι να κάνει. Εκείνη του λέει να καλέσει την αστυνομία και αυτό συμβαίνει. Οδηγείται στο αστυνομικό τμήμα και ομολογεί, ότι το έκανε για να δει πως νιώθει κανείς, όταν σκοτώνει κάποιον. Λόγω του νεαρού της ηλικίας του, τον μεταφέρουν στις ανάλογες αρχές και αρχίζουν να τον εξετάζουν ψυχολόγοι. Τότε μαθαίνει και για το υψηλό του iQ. Η διάγνωση δείχνει σημάδια παράνοιας και ψυχώσεων. Παίρνει, λοιπόν, τον δρόμο προς τις εγκαταστάσεις που προβλέπονταν για τους ψυχικά άρρωστους κατάδικους. Μετά από πέντε χρόνια, αφήνεται ελεύθερος και μάλιστα το ποινικό του μητρώο «καθαρίζεται».
Η επιστροφή στην μητέρα
Σε ηλικία 21 ετών τώρα, έπειτα από την εκπόνηση της ποινής του, πηγαίνει να μείνει στο νέο σπίτι της μητέρας του, η οποία έχει μετακομίσει σε μία άλλη περιοχή της California, καθώς έπιασε δουλειά στο Πανεπιστήμιο της California. Οι γιατροί του είχαν τονίσει, ότι είναι πολύ σημαντικό να μην γυρίσει σε ένα περιβάλλον, όπου θα ήταν και η μητέρα του. Δεν είχε όμως που αλλού να πάει, οπότε αυτή ήταν η μόνη του επιλογή. Μετά την αποφυλάκισή του, ο Ed θα έπρεπε να συναντιέται με τους ψυχιάτρους που ήταν υπεύθυνοι για την αναστολή του. Όπως, αναφέρθηκε και παραπάνω, το iQ του ήταν αρκετά υψηλό, οπότε ήξερε τι έπρεπε να τους πει και τι ήθελαν να ακούσουν δημιουργώντας την ψευδαίσθηση, ότι όλα πάνε καλά.
Προσπάθησε να ανεξαρτητοποιηθεί από την μητέρα του. Έμενε σε διάφορες περιοχές στην California, σπούδαζε στο κοινοτικό πανεπιστήμιο και έκανε αρκετές δουλείες, γύριζε, όμως, και έμενε με την μητέρα του, όταν ξέμενε από λεφτά. To 1971 προσλαμβάνεται στο Τμήμα Μεταφορών. Στην πραγματικότητα, ήθελε να γίνει αστυνομικός. Παρ’ όλα αυτά, το αίτημα του απορρίφθηκε λόγω του ύψους του. Έγινε φίλος με αρκετούς αστυνομικούς, οι οποίοι τον φώναζαν «Big Ed». Εφόσον, δεν μπορούσε να γίνει αστυνομικός, προσπαθούσε να αναπληρώσει το κενό με το να πηγαίνει στα μέρη που συχνάζουν αστυνομικοί και να κάνει παρέα μαζί τους. Σε μία άλλη απόπειρα να μοιάζει με αστυνομικός, αγόρασε μία μηχανή. Ενεπλάκη σε ένα τροχαίο, όπου τον χτύπησε ένα αυτοκίνητο και τον τραυμάτισε σοβαρά. Του δόθηκαν 15.000 δολάρια από τον οδηγό του αυτοκινήτου λόγω του τραυματισμού του που τον εμπόδιζε από το να δουλέψει. Με αυτά αγόρασε ένα αυτοκίνητο, το οποίο έμοιαζε με περιπολικό.
Η ευκαιρία του Ωτοστόπ
Παρατηρεί, ότι εκείνη την περίοδο πολλές κοπέλες στην περιοχή κάνουν ωτοστόπ. Αρχίζει, λοιπόν, να βάζει στο αυτοκίνητο του άτομα, ώστε να βελτιώσει τις ικανότητές του να μοιάζει έμπιστος. Στην αρχή έβαζε γυναίκες μέσα και τις πήγαινε εκεί που ήθελαν. Τα πράγματα όμως άλλαξαν, όταν πήρε δύο μαθήτριες, την Mary Ann και την Anitta, οι οποίες έψαχναν μεταφορικό μέσο για να γυρίσουν σπίτια τους. Δεν έφτασαν ποτέ. Έπειτα από αρκετό καιρό που ήταν δηλωμένες ως εξαφανισμένες από την οικογένειά τους, βρέθηκε το κεφάλι μιας γυναίκας σε δασική περιοχή της Santa Cruz. Τελικά, ανήκε στην Mary Anne. Το πτώμα της Anita δεν βρέθηκε ποτέ. Κατά τα λεγόμενα του Kemper πήγε και τις δύο γυναίκες στο σπίτι του, όπου τις αποκεφάλισε και στην συνέχεια συνευρέθηκε ερωτικά με τα πτώματά τους.
Τον Σεπτέμβριο το 1972, βάζει στο αυτοκίνητό του μία δεκαπεντάχρονη μαθήτρια, η οποία καταλαβαίνει τι πάει να κάνει ο Kamper, αλλά δυστυχώς δεν καταφέρνει να ξεφύγει. Την πνίγει με το φουλάρι που φορούσε και την βιάζει. Τοποθετεί το άψυχο σώμα της στο πορτμπαγκάζ και κατευθύνεται στο μπαρ που συνήθιζε να πίνει με τους αστυνομικούς φίλους του. Γυρνάει σπίτι και την διαμελίζει. Φεύγει από το σπίτι έχοντας σε μία σακούλα τα χέρια και το κεφάλι της άτυχης μαθήτριας και πηγαίνει στην συνηθισμένη συνάντησή του με τους επιτηρητές της αναστολής του. Στην συνέχεια τα πετάει σε διαφορετικές περιοχές. Είναι Ιανουάριος του 1973 και ο Kemper πυροβολεί και σκοτώνει μία ακόμα γυναίκα που έκανε ωτοστόπ. Όσο λείπει η μητέρα του από το σπίτι, βάζει το πτώμα της στο υπνοδωμάτιο του και αρχίζει να την διαμελίζει. Θάβει το κεφάλι της στην αυλή και ρίχνει τα υπόλοιπα μέρη της στον ωκεανό. Μάλιστα, το κεφάλι το θάβει με τρόπο ώστε να «κοιτάζει» προς την μεριά της κρεβατοκάμαρας της μητέρας του, καθώς σύμφωνα με εκείνων η μητέρα του θέλει να την θαυμάζουν όλοι.
Οι τελευταίοι δύο φόνοι
Ένα μήνα αργότερα, τσακώνεται άσχημα με την μητέρα του και του δημιουργείται η ανάγκη να σκοτώσει. Μπαίνει στο αμάξι έχοντας το πάσο της μητέρας του για την είσοδο του πανεπιστημίου. Βλέπει δύο φοιτήτριες, την Rosalind και την Alice. Μπαίνουν στο αμάξι μαζί του για να τις γυρίσει και ενώ το αμάξι είναι εν κινήσει πυροβολεί πολλαπλές φορές την Alice που καθόταν πίσω και έπειτα σκοτώνει την συνοδηγό. Σταματάει στην άκρη, τις τοποθετεί στο πορτμπαγκάζ, αφαιρεί τις σφαίρες από τα πτώματα και τις διαμελίζει. Αρχίζει να οδηγεί και να απορρίπτει τα μέλη τους σε διαφορετικές περιοχές. Λίγο αργότερα ένα γκρουπ από ορειβάτες βρίσκει τα κεφάλια των γυναικών.
Προκαλείται σύγχυση στην αστυνομία σχετικά με τον δράστη. Εκείνη την εποχή δρουν στην ίδια περιοχή και άλλη δύο serial killers, οι John Frazier και Herbert Mullins. Η Santa Cruz αποκαλείται από τον τύπο εκείνη την εποχή ως «Η Πρωτεύουσα των Φόνων του Κόσμου». Τον Απρίλιο του ίδιου έτους διαπράττει δύο ακόμα φόνους, που θα ήταν και οι τελευταίοι. Τα θύματα, όμως, εκείνη την φορά δεν θα ήταν άγνωστες κοπέλες που έκαναν ωτοστόπ. Πηγαίνει στο σπίτι, όπου διαπληκτίζεται για μία ακόμη φορά με την μητέρα του. Εκείνη πηγαίνει για ύπνο και εκείνος μην αντέχοντας άλλο την χτυπάει μέχρι θανάτου με ένα σφυρί. Ακολουθεί την ίδια τακτική με τα προηγούμενα θύματά του. Την αποκεφαλίζει και προχώρησε σε σεξουαλικές πράξεις με το κεφάλι της μητέρας του. Αργότερα, παίρνει το κεφάλι της, το τοποθετεί στο τζάκι και το χρησιμοποιεί ως στόχο για βελάκια. Επίσης, αφαιρεί την γλώσσα της και τις χορδές της.
Έπειτα, από αυτή την αποτρόπαια πράξη του, καλεί την κολλητή της μητέρας του για φαγητό στο σπίτι. Την στραγγαλίζει και τοποθετεί το πτώμα της στην ντουλάπα με το οποίο ικανοποίησε τις νεκροφιλικές του ορέξεις αργότερα. Την επόμενη μέρα, παίρνει το αμάξι της τελευταίας, πηγαίνει σε μία μάντρα και το ανταλλάσσει. Οδηγεί για δεκαοχτώ συνεχόμενες ώρες έως το Colorado και τηλεφωνεί στην αστυνομία του Santa Cruz για να ομολογήσει τα εγκλήματά του. Οι αστυνομικοί δεν πιστεύουν τον «φίλο» τους. Εκείνος παραδίδεται και τους δίνει όλα τα απαραίτητα στοιχεία που χρειάζονται. Περιγράφει όλους τους φόνους με κάθε λεπτομέρεια και τους οδηγεί στα σημεία που είχε αφήσει τα πτώματα.
Σε ηλικία 24 ετών καταδικάστηκε οκτώ φορές για δολοφονία πρώτου βαθμού. Δικάστηκε τον Οκτώβριο του 1973 και τον Νοέμβριο κρίθηκε ένοχος για όλα. Καταδικάστηκε οκτώ φορές σε ισόβια και σήμερα εκτίει την ποινή του στην Ιατρική Μονάδα των Φυλακών στην California. Έχει δώσει πολλές συνεντεύξεις σε ρεπόρτερ, ενώ η ιστορία του συμπεριλαμβάνεται σε πλήθος από βιντεογραφίες.
In case you want to send or ask something
info@streetmagazine.gr